- ψευδόχριστοι
- ψευδόχριστοςfalse Christsmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
онъ — (онъ5000) мест. указат. 1.Указывает на предмет или явление, удаленные от пишущего или говорящего. Тот, не этот: хотѧщааго… ты˫а самы˫а бѣды… принести на онъ полъ италиискы˫а страны. (πρὸς τὰ περαματικο) КЕ XII, 133а; i сто˫аша не(д)лю на бродѣ, а … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
ψευδόχριστος — ο, ΝΜΑ ψεύτικος Χριστός, άτομο που εμφανίζεται ως Χριστός («ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῑα μεγάλα», ΚΔ) μσν. αρχ. ο ψευδοχριστιανός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο) * + Χριστός] … Dictionary of Greek